Μια φορά και ένα καιρό στη νεραϊδοχώρα γεννήθηκε ένα νεραϊδοκόριτσο πανέμορφο και λαμπερό όπως όλα τα νεραϊδάκια που την έλεγαν Γιασμίν. Όμως είχε κάτι που την έκανε να ξεχωρίζει από όλα τα άλλα. Είχε δυο ζευγάρια φτερά. Είχε ένα, όπως όλα τα νεραϊδάκια του κόσμου, και ένα άλλο μαγικό και αόρατο.
Η Γιασμίν δεν χρειαζόταν τη νεραϊδόσκονη για να πετά. Απλά χτυπούσε τα αόρατα φτεράκια της καθώς χαμογελούσε, έκανε χαρούμενες σκέψεις και με ένα τρόπο μαγικό, βρισκόταν ως την πιο μακρινή γωνιά του κόσμου. Εκεί γέμιζε με το γέλιο της τον αέρα και παντού φύτρωναν χαμογελαστά και μυρωδάτα γιασεμιά που σκόρπιζαν ολόγυρα το άρωμα της αγάπης. Με την γέννηση της Γιασμίν ήταν που τα γιασεμιά παρουσιάστηκαν για πρώτη φορά σε όλο το κόσμο.
Φτεροπετούσε λοιπόν στα μήκη και τα πλάτη του κόσμου και κάποια στιγμή σε ένα από αυτά τα ταξίδια της, ήρθε και στη χώρα των ανθρώπων. Διαπίστωσε τότε ότι με δυσκολία μπορούσε να πετά γιατί τα αόρατα φτεράκια της γέμιζαν από το βάρος του πόνου και της θλίψης που είχαν οι άνθρωποι. Οι κάτοικοι αυτής της χώρας είχαν ξεχάσει να χαμογελούν γιατί κάποια στιγμή, πολλά χρόνια πριν, μια κακιά και άκαρδη μάγισσα έκλεψε το γέλιο από τον κόσμο τους. Ήθελε να γίνει η πιο δυνατή μάγισσα του Σύμπαντος και επειδή ήξερε την ξεχωριστή δύναμη που έχει το γέλιο, το πήρε και το έβαλε μέσα στο καζάνι που έκανε τα μαγικά της μαντζούνια για να φτιάξει με αυτό ένα φίλτρο και να το πιει. Δεν γνώριζε όμως ότι το γέλιο χρειάζεται μια καρδιά για να φυτρώσει, να ανθίσει και μέσα από τα χείλη να μεταμορφώσει τον κόσμο. Έτσι το μόνο που κατάφερε ήταν να το εξαφανίσει...
Φτεροπετούσε λοιπόν στα μήκη και τα πλάτη του κόσμου και κάποια στιγμή σε ένα από αυτά τα ταξίδια της, ήρθε και στη χώρα των ανθρώπων. Διαπίστωσε τότε ότι με δυσκολία μπορούσε να πετά γιατί τα αόρατα φτεράκια της γέμιζαν από το βάρος του πόνου και της θλίψης που είχαν οι άνθρωποι. Οι κάτοικοι αυτής της χώρας είχαν ξεχάσει να χαμογελούν γιατί κάποια στιγμή, πολλά χρόνια πριν, μια κακιά και άκαρδη μάγισσα έκλεψε το γέλιο από τον κόσμο τους. Ήθελε να γίνει η πιο δυνατή μάγισσα του Σύμπαντος και επειδή ήξερε την ξεχωριστή δύναμη που έχει το γέλιο, το πήρε και το έβαλε μέσα στο καζάνι που έκανε τα μαγικά της μαντζούνια για να φτιάξει με αυτό ένα φίλτρο και να το πιει. Δεν γνώριζε όμως ότι το γέλιο χρειάζεται μια καρδιά για να φυτρώσει, να ανθίσει και μέσα από τα χείλη να μεταμορφώσει τον κόσμο. Έτσι το μόνο που κατάφερε ήταν να το εξαφανίσει...
Η Γιασμίν όταν βρέθηκε στην ανθρωποχώρα δεν άντεχε τον πόνο που σκέπαζε τα πάντα εκεί. Ένιωθε να της περιορίζει την ανάσα και γι’ αυτό το λόγο έφυγε γρήγορα από αυτόν το τόπο για να γυρίσει στους δικούς της. Προσπάθησε κι άλλες φορές να πάει αλλά όσο βάραινε το πέπλο του πόνου πάνω στη χώρα των ανθρώπων τόσο πιο δύσκολο ήταν για το μικρό νεραίδάκι να μείνει εκεί.
Όμως δεν σταμάτησε να σκέφτεται τον πόνο και τη θλίψη τους. Ένιωθε ότι κάτι έπρεπε να κάνει γι΄ αυτούς. Πήγε λοιπόν και βρήκε τη νεράιδα της Ελιάς που ήταν η πιο σοφή νεράιδα όλης της νεραίδοχώρας. Εκείνη της είπε ότι μόνο αν απαρνηθεί την αθανασία της και τα χαρίσματα που έχουν οι νεράιδες και γεννηθεί ξανά στη χώρα των ανθρώπων, μόνο τότε θα μπορούσε να κάνει κάτι γι΄ αυτούς.
Η Γιασμίν το σκεφτόταν για μέρες ώσπου αποφάσισε ότι δεν μπορούσε να κάνει διαφορετικά γιατί ένιωθε μέσα στην καρδιά της ότι οι άνθρωποι την χρειαζόταν. Απαρνήθηκε τα χαρίσματα της, την αθανασία της και αφού αποχαιρέτησε τους δικούς της ήπιε το μαγικό φίλτρο που της έδωσε η νεράιδα της Ελιάς και ξαναγεννήθηκε στη χώρα των ανθρώπων.
Μαζί με τα χαρίσματα και την αθανασία της έχασε και την μνήμη της. Ξέχασε τα πάντα. Το μόνο όμως που δεν έχασε για κάποιο λόγο που κανένας μας δεν έμαθε, είναι το ζευγάρι με τα αόρατα φτερά της. Ακόμη και η σοφή νεράιδα της Ελιάς δεν μπορούσε να το εξηγήσει. Είχε ξεχάσει βέβαια την ύπαρξη τους και το πώς να τα χρησιμοποιεί όμως εκείνα παρέμειναν εκεί, στο πάνω μέρος της απαλής πλατούλας της.
Μέσα στη μέρα ένιωθε το βάρος τους στην πλάτη της αλλά τα βράδια στα όνειρα της τα άπλωνε και πετούσε. Ξαναθυμόταν τότε το γέλιο και απλωνόταν η χαρά στην καρδιά της. Και όσο περισσότερο πετούσε στα όνειρα της κάτι μαγικό συνέβαινε μέσα στην μέρα που ξημέρωνε. Δειλά, δειλά τα χειλάκια της μισάνοιγαν για να σχηματίσουν ένα αχνό χαμόγελο στην αρχή, ώσπου κάποια στιγμή ένα τεράστιο χαμόγελο σχηματίστηκε στα χείλη της και ένα υπέροχο άρωμα την πλημμύρισε.
Το χαμόγελο της γέννησε και ένα χαρούμενο ήχο που σιγά, σιγά έγινε ένα ευωδιαστό γέλιο. Γιασεμιά άρχισαν να φυτρώνουν στη χώρα των ανθρώπων και μέρα με τη μέρα όλο και περισσότεροι άνθρωποι μπορούσαν να νιώθουν την καρδιά τους και να χαμογελούν. Γέλια και γιασεμιά γέμισαν τους δρόμους και το βαρύ πέπλο της λύπης άρχισε να απομακρύνεται. Οι άνθρωποι άρχισαν να μαθαίνουν ότι η ζωή δεν είναι μόνο δυσκολίες και πόνος αλλά ένας μεγάλος τροχός που κυλά και όπως η μέρα διαδέχεται τη νύχτα έτσι οι ευκολίες διαδέχονται τις δυσκολίες και η αγάπη και η χαρά, τον πόνο και τη λύπη.
Έγιναν αισιόδοξοι, γέμισαν πίστη και δύναμη γιατί άνθιζε μέσα και στις δικές τους καρδιές το γέλιο. Το σκορπίζανε παντού ολόγυρα τους γενναιόδωρα, παρασύροντας μέσα σ’ αυτό το ποτάμι της χαράς κι άλλους ανθρώπους.
Και η Ζωή έρεε...
Και η Ειρήνη, αυτό ήταν το όνομα που πήρε η μικρή διάφανη Γιασμίν όταν ήρθε στη χώρα των ανθρώπων, κατάφερε να φέρει το γέλιο και την αγάπη πάλι στην καινούρια της πατρίδα χωρίς μαγικές συνταγές και μαγικά φίλτρα παρά μόνο με την αγάπη και το γέλιο της καρδιάς της αλλά και την αίσθηση της ελευθερίας που μας γεμίζουν τα όνειρα,
namaste
despoina palamari