Η ζωή είναι τόσο απρόβλεπτη ώστε τελικά αυτό που της δίνει και ομορφιά και ουσία είναι να βουτάς στο άγνωστο και να ζεις τη στιγμή χωρίς προσδοκίες, προϋποθέσεις και «υπογεγραμμένα συμβόλαια». Τη βαθύτερη σοφία, για να σταθούμε μπροστά στο άγνωστο χωρίς φόβο, η ψυχή μας τη διαθέτει από τότε που γεννιόμαστε ή μάλλον από τη στιγμή της σύλληψής μας. Γι’ αυτό τα παιδιά έχουν αυτό που εμείς, οι ενήλικες, ονομάζουμε «άγνοια κινδύνου».
Αν παρατηρήσει κανείς τη συγκεκριμένη έκφραση, θα διαπιστώσει ότι και οι δύο λέξεις έχουν φοβικό επίχρισμα. Η «άγνοια» υποδηλώνει μία κατάσταση στην οποία το υποκείμενο δε διαθέτει τα κατάλληλα γνωστικά εργαλεία ώστε να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της δεδομένης, κάθε φορά, κατάστασης. Έτσι είναι ανυπεράσπιστο σε οτιδήποτε, θετικό και -κυρίως- αρνητικό, θα προκύψει. Επιπλέον, ο «κίνδυνος» είναι εξ ορισμού αρνητική έννοια που το άκουσμά της προκαλεί αναπόφευκτα φόβο.
Τα παιδιά όμως δεν έχουν αναπτύξει ακόμα τις απαραίτητες νοητικές λειτουργίες ούτε έχουν υιοθετήσει (όχι πλήρως τουλάχιστον) τα στερεότυπα που κουβαλάμε οι ενήλικες. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο δεν καταλαβαίνουν τι θα πει κίνδυνος και δεν ψάχνουν να βρουν τι ξέρουν και τι δεν ξέρουν. Απλώς ζουν! Ακόμη κι αν αυτό σημαίνει ότι θα πέσουν, θα πληγωθούν, θα ματώσουν, θα πονέσουν. Με λίγα λόγια, δεν οχυρώνονται πίσω από το φόβο τους, διότι άγνοια κινδύνου αυτό ακριβώς σημαίνει: να ζεις χωρίς να σκέφτεσαι τις συνέπειες, να πράττεις χωρίς να φοβάσαι τον εαυτό σου και τους άλλους, να απολαμβάνεις τη στιγμή χωρίς προσδοκίες για το μέλλον.
Δυστυχώς, μεγαλώνοντας όλα αυτά τα χάνουμε. Η ανατροφή μας, που είναι γεμάτη στερεοτυπικές αντιλήψεις, απαγορεύσεις και καθωσπρεπισμούς, αφαιρεί σταδιακά από την ψυχή μας κάθε αυθορμητισμό, κάθε παρόρμηση. Οδηγός σε κάθε μας βήμα είναι ο φόβος: ο φόβος μήπως αυτό που θα κάνουμε δεν έχει τα επιθυμητά αποτελέσματα, ο φόβος πως δεν είμαστε αρκετά καλοί για να έχουμε την αγάπη και την αποδοχή του εαυτού μας και των άλλων, ο φόβος ότι θα πληγωθούμε και θα πονέσουμε ή ότι θα πέσουμε και δε θα μπορέσουμε να ξανασηκωθούμε.
Και βέβαια μαζί με το φόβο έρχονται και οι ενοχές, διότι, όταν αποφασίσουμε να κάνουμε κάτι που έρχεται σε αντίθεση με τα «πρέπει» που μας έχουν φορτώσει, νιώθουμε ότι έχουμε προδώσει τον εαυτό μας, τους γονείς μας, τους εργοδότες μας, την κοινωνία ολόκληρη. Για να μην συμβούν λοιπόν όλα αυτά και ξαφνικά βρεθούμε υπόλογοι απέναντι σε όλους και σε όλα, προτιμούμε να μην διακινδυνεύσουμε, να μην ζήσουμε δηλαδή. Και έτσι κλειδώνουμε την ψυχή μας και τα «θέλω» της και σταδιακά αποσυρόμαστε από το προσκήνιο της ζωής.
Το τραγικότερο όλων είναι πως, παρ’ όλ’ αυτά, έχουμε την ψευδαίσθηση ότι ζούμε: «έχω μια πολύ καλή επαγγελματική και κοινωνική θέση, κερδίζω τα χρήματα που χρειάζομαι για να έχω όλα όσα θέλω, έχω αποκτήσει σύζυγο και παιδιά και επομένως έχω επιτελέσει το ρόλο που απαιτεί η κοινωνία από μένα, διαθέτω το όνομα και την κοινωνική αναγνώριση που ήθελα πάντα να έχω στους κύκλους στους οποίους κινούμαι, έχω αποκτήσει τα υλικά αγαθά που μου εξασφαλίζουν την άνεση που θέλω...» και πολλά άλλα τέτοια επιχειρήματα χρησιμοποιούμε όλοι, όταν θέλουμε να πείσουμε για την πληρότητα της ζωής μας, μιας τακτοποιημένης ζωής χωρίς «επικίνδυνες» αλλαγές και με μία ασφάλεια που θεωρούμε ότι θα μας καλύπτει μέχρι το θάνατο.
Και τότε συμβαίνει το απρόβλεπτο, που ανατρέπει τα πάντα και που μας κάνει να οικτείρουμε τον εαυτό μας διότι δεν το προβλέψαμε! Και ξαφνικά έρχονται τα πάνω κάτω και χάνονται οι ασφάλειές μας και εξαφανίζεται η βεβαιότητα ότι όλα είναι υπό έλεγχο. Και φυσικά εμφανίζεται ο φόβος που νομίζαμε πως δεν υπήρχε, αφού τα είχαμε τακτοποιήσει όλα. Το ερώτημα που μας βασανίζει είναι πού κάναμε λάθος, πώς είναι δυνατόν όλα αυτά που με κόπο είχαμε χτίσει για να εξασφαλίσουν και εμάς και τους δικούς μας ανθρώπους καταρρέουν τόσο εύκολα, τόσο γρήγορα!
Ο πανικός, που αναδύεται σε τόσο δύσκολες συνθήκες, και που μπορεί, προς στιγμήν, να μας ακινητοποιήσει, είναι δυνατόν να αναδειχθεί ως εξαιρετική ευκαιρία, αν λειτουργήσει αφυπνιστικά. Μπορεί, εν ολίγοις, να μας κάνει να συνειδητοποιήσουμε ότι δεν είχαμε ποτέ τον έλεγχο, διότι τον έλεγχο τον έχει πάντα η ζωή. Και, μόνο όταν αφηνόμαστε σε αυτή, ζούμε πραγματικά.
Το εύκολο και το σίγουρο είναι το βολικό, το δύσκολο και το άγνωστο όμως είναι το συναρπαστικό. Κι αν αυτό σημαίνει ότι κατά καιρούς θα πρέπει να υιοθετήσουμε την άγνοια κινδύνου των παιδιών, γιατί όχι; Είναι πολύ προτιμότερη από μια βαρετή και προβλέψιμη ζωή που δεν έχει να προσφέρει καμία συγκίνηση, διότι συνήθως αυτή η βαρετή και προβλέψιμη ζωή μάς κάνει σταδιακά να ξεχνάμε τα όμορφα συναισθήματα, τη χαρά, την αγάπη, τον έρωτα, και μας εθίζει στην απάθεια.
Φυσικά, υπάρχει και η άλλη επιλογή! Ο πανικός να μας κλειδώσει ακόμη περισσότερο και να φροντίσουμε να οχυρώσουμε ακόμη πιο στέρεα τον εαυτό μας και τις «ασφάλειές» μας για να μην διατρέξουμε ξανά ανάλογο κίνδυνο. Αρχίζουμε λοιπόν πάλι να χτίζουμε με πιο ισχυρά, όπως τουλάχιστον νομίζουμε, θεμέλια την τακτοποιημένη μας ζωή. Το απρόβλεπτο βέβαια πάλι θα εμφανιστεί, διότι έτσι είναι η ζωή, αλλά εμείς για μία ακόμη φορά θα κάνουμε ό,τι χρειαστεί για να αποφύγουμε τις συνέπειές του, καλές ή κακές.
Τελικά, εμείς ορίζουμε τι είμαστε και τι δεν είμαστε, τι θέλουμε και τι δε θέλουμε, τι μπορούμε και τι δεν μπορούμε. Με λίγα λόγια, η επιλογή είναι δική μας. Γι’ αυτό και δε δικαιούμαστε να γκρινιάζουμε όταν δεν έχουμε χαρά, απόλαυση, αγάπη, έρωτα, ομορφιά στη ζωή μας. Δε φταίει η τύχη, το σύμπαν, η άδική μας η μοίρα, η κατάρα των άλλων ή ο Θεός (ή όπως αλλιώς λέγεται... Αλλάχ, Βούδας κτλ. κτλ.). Εμείς αποφασίζουμε αν θα δώσουμε στην ψυχή μας το χώρο και το χρόνο να νιώσει, να απολαύσει, να ζήσει! Μόνον εμείς!
Και η ζωή στη βαθύτερη ουσία της περιέχει και το άγνωστο και το απρόβλεπτο καθώς και την ομορφιά του να ανακαλύπτουμε καινούργια δεδομένα, καινούργια πρόσωπα, καινούργια συναισθήματα ή του να δίνουμε στα παλαιά και γνωστά νέες ποιότητες ώστε να αποκτήσουν καινούργιο νόημα. Όπως ακριβώς κάνουν και τα παιδιά που δεν ξέρουν τι θα πει «άγνοια κινδύνου» και απλώς ...ζουν!
Γ. Μ.