Γράφει η Σοφία Παπαηλιάδου
Άκου λίγο να σου πω γι’ αυτή την λέξη που πολλοί μάθατε να την κάνετε καραμέλα χωρίς να ξέρετε καν τι σημαίνει.
«Δύναμη» την βαφτίσατε εσείς κι έτσι αποφασίσατε να μας ονομάσετε όλους εμάς που δεν ξέρετε πώς να μας διαχειριστείτε.
«Είσαι δυνατή εσύ», «Δεν σε φοβάμαι, θα τα βγάλεις πέρα», «Δύναμη ε;»
Αλήθεια;;;
Θες να μου δώσεις λίγο την συνταγή;
Θες να μου πεις πόσο προσεκτικά με κοίταξες για να αποφασίσεις ότι έχω αυτή τη δύναμη που λες;
Θες να μου πεις πόσο σημασία έδωσες στις πραγματικές μου απαντήσεις, όταν με ρωτάς τι κάνω;;
Θες να μου πεις πότε στάθηκες τελευταία φορά απέναντί μου, έτσι σιωπηλά να μοιραστούμε μια στιγμή; Γιατί είπαμε, εγώ είμαι δυνατή κι αντέχω ε;
Παρατήρησε λίγο.
Δεν σου λέω είμαι καλά. Δεν σου λέω είμαι δυνατή. Δεν καυχιέμαι για τίποτα.
Σου λέω «παλεύω».
Σου λέω «είμαι όρθια».
Σου λέω «είμαι εδώ».
Σκέφτηκες ποτέ πίσω από την εικόνα που διαβάζεις εσύ τόσο βολικά και την βαφτίζεις «δύναμη» πόση αδυναμία μπορεί να έχει κρυφτεί;
Πόσος πόνος μπορεί να έχει κομματιάσει την ψυχή;
Πόσο κλάμα μπορεί να έχει πνίξει τις λέξεις;
Πόσες κραυγές μέσα στην νύχτα μπορεί να μην έχουν καταφέρει να σε ξυπνήσουν από τον ύπνο του δικαίου σου αλλά έχουν ξυπνήσει τους πιο άγριους φόβους μου;
Κι όμως, εσύ, μένεις στην εικόνα.
Είμαι όρθια, κι ας πονάει κάθε μου κύτταρο.
Στέκομαι και χαμογελώ αχνά γιατί έμαθα να κλαίω με θάρρος και να μην κλαίγομαι λεπτό.
Είμαι όρθια γιατί δεν έχω επιλογή να μην είμαι.
Κι ακόμα κι αν είχα επιλογή, πάλι όρθια θα ήμουν.
Κι όχι γιατί είμαι δυνατή αλλά γιατί αγαπώ την ζωή, ακόμα κι αν αυτή αποφασίζει να μου δείχνει την διαστροφή της από καιρό σε καιρό.
Ναι ρε, δεν είμαι δυνατή.
Δεν το παίζω αντράκι, δεν το παίζω θαρραλέα, δεν το παίζω τίποτα.
Τσακίστηκα, έπεσα, γκρεμίστηκα, κομμάτια έγινα κι ευτυχώς, κάποιοι με κοίταξαν στα μάτια και δεν είδαν την δύναμη.
Είδαν την πάλη! Και πήραν κομμάτι κομμάτι αυτά τα σπασμένα και τα έβαλαν πιο κοντά μου, έτσι που να τα φτάνω κι όταν είμαι έτοιμη να τα ξαναβάλω στη θέση τους.
Ή σε καινούρια θέση.
Όμως είναι εκείνοι, οι λίγοι που δεν είδαν την δύναμη.
Δεν στάθηκαν σε αυτή.
Δεν την επικαλούνται για να ξεμπερδέψουν.
Την επόμενη φορά λοιπόν που δεν θα με φοβηθείς, επειδή είμαι δυνατή, επειδή δεν έχω ανάγκη γιατί είμαι δυνατή, επειδή εγώ ξέρω να τα βγάζω πέρα, μην περιμένεις απάντηση.
Δεν θα υπάρξει.
Γιατί απάντηση πια, θα παίρνει εκείνος που πίσω από την δύναμη, είδε τον πόνο.
Εκείνος που πίσω από το μακιγιαρισμένο πρόσωπο, είδε τον κόπο να σταθώ όρθια απέναντι στον καθρέφτη και να βαφτώ.
Εκείνος που τις νύχτες, μου λέει «σφιχτά» μέχρι να περάσει κι ο τελευταίος εφιάλτης.
Εκείνος που στάθηκε απέναντί μου και δεν τον ενδιέφερε αν είμαι δυνατή ή όχι. Μου έδωσε το χέρι του να ξαποστάσω. Να πάρω μια ανάσα. Και το χέρι του ήταν καθαρό. Πεντακάθαρο.
Κι εσύ, μείνε στην «δύναμη», όσο εγώ, θα παλεύω στην ζωή.
Είμαι η Σοφία. Και δεν είμαι δυνατή.
Είμαι όρθια και παλεύω.