Πήγα πάλι εχτές στο «ενεχυροδανειστήριο ελπίδας», εκεί που ανταλλάζεις ένα κομμάτι της ψυχής σου για ένα κομμάτι κερί του οποίου η φλόγα πιστεύεις ότι έχει την μαγική ιδιότητα να σου δώσει την λύτρωση που ψάχνεις...
Έδωσα το τελευταίο στίγμα ελπίδας που είχα κρατήσει για μια ώρα ανάγκης και πήρα απλώς το μικρότερο κερί, αφού μέχρι εκεί έφτανε να μου δώσει...
Περιμένω από τον καπνό του να ανέβει ψηλά και να μου δώσει ένα σημάδι πως όλα θα πάνε καλά. Μα ποιόν κοροϊδεύω;
Εγώ δεν είμαι αυτός που είπα ότι η μεγαλύτερη κατάρα στον άνθρωπο είναι η ελπίδα; Ότι πιστεύοντας σε αυτό το ψέμα το μόνο που μπορεί κάποιος να κερδίσει είναι μια φιλία με την τρέλα και να τιμήσει περισσότερο την κατάθλιψη του;
Τότε γιατί πήγα να παρακαλέσω βλέποντας τον καπνό από το σβησμένο κερί να παλεύει να κάνει αυτό που η απλή φυσική θεωρεί δεδομένο; Γιατί αδυνατεί και πασχίζει να ανέβει κάνοντας δύσκολη τη διαδρομή του;
Α... κατάλαβα, πιθανόν να μη γουστάρει, έτσι απλά, να μεταφέρει το μήνυμά μου.
Ε, και τι έγινε;
Θα κάτσω να σκάσω;
Ούτως ή άλλως απογοητευμένος πήγα στο τελευταίο μέρος που πουλούσαν κουράγιο μήπως κατά λάθος άλλαζε κάτι. Δεν περίμενα κάτι διαφορετικό.
Δε μου μένει κάτι άλλο παρά να φύγω, αλλά φεύγοντας θα το εκδικηθώ. Θα το πάρω μαζί μου για να το λιώσω μόνος μου, όχι για να τιμωρήσω το κερί το ίδιο, άλλωστε αυτό τι μου φταίει, μα για να εξαλείψω ό,τι μου θυμίζει την καταραμένη αξιοπρέπειά μου.
Όση έμεινε συμβολίζεται στο κερί, όσο αυτό υπάρχει, υπάρχει και αυτή. Όταν το καταστρέψω δε θα έχει μείνει τίποτα! Οπότε δε θα έχω λόγο να προσπαθήσω να το ανταλλάξω, άρα θα πάψω και στην πράξη να ελπίζω!
Ανώνυμος Ξένος
“διόρθωση”