Πληροφορίες

Παρασκευή 21 Οκτωβρίου 2016

Ποια είναι τα έμποδια στη θεραπεία

Η προσκόλληση σε αρνητικά γεγονότα του παρελθόντος μας έχει κόστος — απαγορευτικό κόστος. Είναι σαν να προσπαθεί κανείς να ζωντανέψει τους νεκρούς, και απαιτεί τεράστιο όγκο ενέργειας. 
Όταν βιώνουμε μια τραυματική εμπειρία, η φύση μάς δίνει κάτι παραπάνω για να μας προστατέψει την άνυνδρη περίοδο της κρίσης, αλλά αυτό το “δάνειο” έχει συ­γκεκριμένη χρονική διάρκεια. Κανένα δάνειο δεν διαρκεί για πάντα, και καταλαβαίνουμε ότι η προθεσμία πλησιάζει όταν αρ­χίζουμε να νιώθουμε ότι ο χρόνος έχει παγώσει κι ότι η ζωή μας δεν προχωράει. 
Όταν αρνούμαστε να αποβάλουμε τον πόνο από το σύστημά μας, παθαίνουμε κατάθλιψη. Η τοξική ενέργεια της κατάθλιψης τροφοδοτεί την αρνητική μας στάση απέναντι στους άλλους και αποστραγγίζει ακόμη περισσότερο τα αποθέματά μας. Σύντομα αρχίζουμε να προβάλλουμε πάνω στους άλλους τα αίτια της αποτυχίας μας και να τους κατηγορούμε για τη θλιβερή μας κατάσταση.

Αυτή η ανεύθυνη αντιμετώπιση των προβλημάτων μας γίνεται ένα συνηθισμένο, καθημερινό φαινόμενο. Αρπαζόμαστε από τα δυσάρεστα γεγονότα και τις σχέσεις του παρελθόντος, όπως και του παρόντος, επειδή μας επιτρέπουν να βλέπουμε εμάς ως θύματα και όλους τους άλ­λους ως πηγή της δυστυχίας μας.
Ο μόνος τρόπος να απελευθερωθούμε από αυτό το μοτίβο στο οποίο μόνοι μας εγκλωβιστήκαμε είναι να απελευθερωθού­με από το βάρος του παρελθόντος — να ξεπληρώσουμε το ενεργειακό χρέος που δεν αντέχουμε πια να κουβαλάμε. Η συγχώρεση είναι ένας βέβαιος τρόπος απόσβεσης του χρέους. Συγχώρεση δεν σημαίνει να πείτε ότι αυτά που σας συνέβησαν δεν έχουν σημασία ή ότι δεν πειράζει που κάποιος σας κακομε­ταχειρίστηκε. Σημαίνει απλά να απελευθερωθείτε από τα αρνη­τικά συναισθήματα που τρέφετε γι’ αυτό το γεγονός και τα πρόσωπα που αναμείχθηκαν. 

Η συγχώρεση είναι οπωσδήποτε πολύτιμη, αλλά δεν είναι ο μόνος τρόπος απελευθέρωσης ενέργειας. Μερικά από τα γεγονότα του παρελθόντος που πρέπει να ξεπεράσουμε δεν είναι δυσάρεστα αλλά ευχάριστα. Μπορεί να μην έχετε τη δύ­ναμη να ξεπεράσετε το γεγονός ότι δεν είστε πια είκοσι χρό­νων - είστε πενήντα, ογδόντα. Μπορεί να μην έχετε τη δύναμη να ξεπεράσετε τη νεανική εμφάνιση που είχατε κάποτε ή  τις αθλητικές σας ικανότητες, ή την ευστροφία του μυα­λού σας. Αυτή η ανικανότητα είναι άλλος ένας τρόπος να χάνετε ενέργεια ξοδεύοντάς τη στο παρελθόν. 
Μια από τις καλύτερες φίλες μου δεν μπορούσε να ξεπεράσει τα φοιτητι­κά της χρόνια. Εκείνη την περίοδο της ζωής της ένιωθε ότι όλος ο κόσμος την περίμενε κι ότι θα μπορούσε να κάνει ό,τι έβαζε στο μυαλό της. Αλλά μόλις τελείωσε το κολέγιο, κάθε φορά που της παρουσιαζόταν κάποια ευκαιρία, έβρισκε ένα λόγο να μην την εκμεταλλευτεί. Μάλιστα, φοβόταν ότι στην πραγματικότητα δεν ήθελε να κάνει τίποτα. 
Ο συνδυασμός του φόβου της για ενεργό συμμετοχή στη ζωή με την προσκόλλησή της σε μια στιγμή του παρελθόντος που έμοιαζε γεμάτη δυνατότητες τελικά εξάντλησε τον ενεργειακό της λογαριασμό, με αποτέλεσμα να κάνει την εμφάνισή της μια ανίατη ασθένεια. Πήγαιναν είκοσι χρόνια από τότε που είχε τελειώσει τις σπουδές της, κι όμως εκείνη είχε ακόμη ψύχωση με αυτό το θέμα και δεν μπορούσε να συνεχίσει τη ζωή της. Πριν από λίγα χρόνια έπαθε λύκο (μορφή βαριάς δερματοπάθειας) και πέθανε. Ήταν μια ασθένεια άμεσα συνδεδεμένη με το φόβο της να εγκαταλείψει το παρελθόν.

Αντιστοίχως, πολλές γυναίκες πενήντα και εξήντα χρόνων έχουν κολλήσει στα τριάντα τους, υιοθετώντας νεανικό στυλ ενώ θα έπρεπε να αναγνωρίζουν ότι βρίσκονται στο πιο σο­φό, συνετό και ώριμο στάδιο της ζωής τους. Οι μεσήλικες άντρες κάνουν το ίδιο, αγοράζοντας ένα κόκκινο διθέσιο και κυνηγώντας εικοσάρες. Όλες αυτές είναι τοξικές συμπεριφορές και μπορεί να φανούν τόσο φονικές για την υγεία όσο και η άρνηση να ξεπεράσουμε τα δυσάρεστα γεγονότα του πα­ρελθόντος. Πρέπει να αποδέχεστε το στάδιο της ζωής όπου βρίσκεστε και να το βιώνετε συνειδητά. Αν βρίσκεστε στην περίοδο της ωριμότητας, δεν είναι ανάγκη να δεχτείτε ότι αυτό το στάδιο της ζωής είναι συνώνυμο της φθοράς και της παρακμής, αλλά ούτε μπορείτε να ζείτε υποφέροντας για τα χαμένα σας νιάτα.

Όταν αρνείστε να ξεπεράσετε τα γεγονότα του παρελθό­ντος, είτε ευχάριστα είναι αυτά είτε δυσάρεστα, αναγκάζεστε να καταναλώνετε ένα μέρος του καθημερινού σας ενεργειακού προϋπολογισμού. Αν αρχίσετε να χάνετε ενέργεια και δεν κά­νετε τίποτα γι’ αυτό, η σωματική αδυναμία θα είναι αναπόφευ­κτη. Το πρόβλημα μπορεί να πρωτοεμφανιστεί σε απλή μορφή, όταν αρχίσετε να νιώθετε ατονία ή προσέξετε ότι τα ενεργεια­κά σας επίπεδα είναι χαμηλά. Αν δεν δώσετε σημασία, αυτό μπορεί να οδηγήσει στην εμφάνιση μολυσματικής ασθένειας, γρίπης, πονοκεφάλων, ημικρανιών ή και τάσης προς εμετό. 
Αν συνεχίσετε να χάνετε ενέργεια χωρίς να αναλάβετε δράση, αυ­τές οι μικρές ενοχλήσεις μπορεί να εξελιχθούν σε σοβαρές ασθένειες. Και, αν και δεν είναι πολύ διαδεδομένη ιδέα, πι­στεύω ότι κι η τάση για ατυχήματα θα μπορούσε να ενταχθεί εδώ. Όποιος είναι επιρρεπής στα ατυχήματα έχει, στην πραγ­ματικότητα, ενεργειακές ελλείψεις. Βρίσκεται εκτός ισορροπίας και μπορεί να υποπέσει στα πάντα, από μικρές αδεξιότητες μέ­χρι λάθη που θα απειλήσουν τη ζωή του. Αυτοί οι άνθρωποι πρέπει να μάθουν να ξεχωρίζουν ποιες είναι αυτές οι μέρες ή περίοδοι της ζωής τους —όπως ακριβώς εμείς νιώθουμε “να μας γυροφέρνει το συνάχι” και προσπαθούμε να ξεκουραζόμα­στε περισσότερο, ή παίρνουμε συμπληρώματα διατροφής- επειδή δεν είναι οι κατάλληλες στιγμές για να περάσουν από συνέντευξη για δουλειά ή να πάρουν σημαντικές αποφάσεις.

Γιατί να είναι τόσο δύσκολο να εγκαταλείψουμε ένα τραύ­μα; Πιστεύω ότι όλοι γεννιόμαστε με ένα “πακέτο” αντιλήψεων, για “εκείνα που γνωρίζουμε ότι είναι αληθινά”. Μία από τις αντι­λήψεις που περιλαμβάνει το πακέτο είναι ότι αν απαρνηθούμε κάποια πράγματα η ζωή μας θα αλλάξει. Και η αλήθεια είναι ότι στην ουσία φοβόμαστε πιο πολύ την αλλαγή παρά το θάνατο. Κάποτε έδωσα μια διάλεξη πάνω σ’ αυτό το θέμα στο Πανεπι­στήμιο του Νιου Χάμσαϊρ, μπροστά σε ένα κοινό κάπου εξακο- σίων ατόμων. Μια γυναίκα, που κατά τα άλλα είχε μια πολύ ήρεμη, μειλίχια θα έλεγα, φυσιογνωμία, μου ζήτησε διατακτικά να διευκρινίσω τι εννοούσα όταν έλεγα να εγκαταλείψουμε τη γλώσσα της τραυματολογίας. Της απάντησα ότι δεν θέλουμε να την εγκαταλείψουμε επειδή έχει γίνει η βασική γλώσσα των προσωπικών μας στιγμών και επειδή έχουμε στηρίξει όλα τα άλλα —την ερωτική και κοινωνική μας ζωή— στο δέσιμο με τα τραύματά μας. Για τους περισσότερους ανθρώπους, είπα, και μόνο η ιδέα να την απαρνηθούν είναι συντριπτική. Σε εκείνο το σημείο η γυναίκα τινάχτηκε όρθια, λες και είχε περάσει ηλε­κτρικό ρεύμα από το κάθισμά της. «Δεν μου αρέσουν αυτά που λέτε», φώναξε. «Δεν μου αρέσουν, επειδή αν εγκατέλειπα αυτή τη γλώσσα των τραυμάτων δεν θα είχα να πω τίποτα σε κανένα. Δεν μου αρέσει καθόλου αυτό!»


Karoline Myss
αποσπάσματα από το βιβλίο
Γιατί οι άνθρωποι δεν θεραπεύονται" 
"και πως μπορούν