Pulse of love 10/12/2013

Τετάρτη 31 Μαΐου 2017

Τι είναι Πίστη

Η πίστη είναι ένα παράγωγο της αγάπης. Μόνο εκείνοι που ξέρουν πώς ν’ αγαπούν ξέ­ρουν πώς να πιστεύουν. Η αγάπη γεννιέται στην καρδιά και η πίστη το ίδιο. Η αμφιβολία γεννιέται στο μυαλό και ο φόβος το ίδιο. 
Ο άν­θρωπος που ζει μέσα στο κεφάλι του παραμένει ένας δειλός. Μάλιστα, επειδή είναι δειλός, ζει μέσα στο κεφάλι του. Φοβάται να μπει στην καρδιά του, επειδή ποτέ δεν ξέρεις πού θα σε πάει η καρδιά.

Η καρδιά είναι μια τυχοδιώκτρια, η εξερευνήτρια των μυστηρίων, αυτή που εξερευνεί ό,τι είναι κρυφά. Η καρδιά βρίσκεται πάντα σε μια πορεία ζωής. Ποτέ δεν είναι ικανοποιημένη. Περιέχει μια βαθύτατη δυσαρέ­σκεια, μια πνευματική δυσαρέσκεια. Δεν βο­λεύεται πουθενά. Είναι ερωτευμένη με την κίνηση, με το δυναμισμό.


Η καρδιά μένει ικανοποιημένη μονάχα όταν φτάσει στο απόλυτο, πέρα από το οποίο δεν μπορείς να προχωρήσεις. Τα επίγεια δεν μπο­ρούν να την ικανοποιήσουν. Η καρδιά δεν είναι ποτέ συντηρητική, η καρδιά είναι πάντα σε κίνηση. Πηδάει συνέχει­α από τη μια κατάσταση στην άλλη. Πάντα αναζητά, πάντα ριψοκινδυνεύει. Ό,τι κι αν έχει, είναι πάντα έτοιμη να τα ποντάρει όλα... στο άγνωστο. Η επιθυμία της είναι να γνωρίσει αυτό που είναι αληθινό. Αυτή είναι η σημασία του Θεού.

Η καρδιά λαχταρά την περιπέτεια, λαχταρά τον κίνδυνο, λαχταρά αυτό που δεν έχει χαρ­τογραφηθεί, το άγνωστο, αυτό που δεν έχει σι­γουριά. Λαχταρά την εμπειρία του ωκεανού. Θέλει να χαθεί. Θέλει να χαθεί μέσα στην ολότητα. Τo μυαλό φοβάται, φοβάται να πεθάνει, φοβάται να χαθεί.

Όταν το ποτάμι βρέθηκε αντιμέτωπο με την έρημο, έλεγε το μυαλό του, "Μην εξατμίζεσαι. Αλλιώς ποιός ξέρει πού θα καταλήξεις; Ποιός θα είσαι τότε; Μπορεί η ταυτότητά σου να διαγραφεί για πάντα. Ίσως να μην ξαναμπορέσεις να είσαι όπως τώρα."
Ήταν το μυαλό. Αλλά η καρδιά κατάλαβε τους ψιθύρους της ερήμου. Κάτι βαθιά μέσα του πείσθηκε, "Ναι, δεν είναι αυτή η μοίρα μου, να είμαι μονάχα ένα ποτάμι που χάνεται στην έρημο. Πρέπει να την ξεπεράσω και πρέπει να ριψοκινδυνέψω. Είναι επικίνδυνο και δεν υ­πάρχει εγγύηση." Αλλά από τη στιγμή που το ποτάμι άρχισε να σκέφτεται να ριψοκινδυνέ­ψει, κάπου βαθιά στο υποσυνείδητο άρχισε να αισθάνεται, να έχει αναλαμπές, να ξυπνάν ανα­μνήσεις. Άρχισε να αισθάνεται ότι, "Ναι, υπάρχει κάποιο μέρος, κάποια εμπειρία... Έχω βρε­θεί και πριν στα χέρια των ανέμων."

Όταν εμπιστεύεσαι, το υποσυνείδητό σου αρχίζει να σού αποκαλύπτει πολλά πράγματα. Αποκαλύπτεται μόνο σ’ ένα μυαλό που εμπι­στεύεται, μόνο σε μια οντότητα που εμπιστεύεται, μόνο σε μια συνειδητότητα που εμπιστεύ­εται. Η θρησκεία είναι η ευωδιά αυτής της εμ­πιστοσύνης, τέλεια, απόλυτη.


Ο αθεϊσμός είναι μια πράξη αδυναμίας, αν­ικανότητας. Είναι μια παρακμή. Μια κοινωνία γίνεται άθεη μονάχα όταν πεθαίνει, όταν έχει χάσει το σφρίγος και την ορμητικότητά της. Ό­ταν μια κοινωνία είναι νέα, ζωντανή, δυναμική, αναζητά το άγνωστο, λαχταρά τον κίνδυνο. Προ­σπαθεί να ζει επικίνδυνα, αφού αυτός είναι ο μο­ναδικός τρόπος να ζει κανείς.


Θα ήθελα ν’ ακούσετε μια ιστορία!
Μια μέρα ένας άθεος περπατούσε δίπλα σ’ ένα γκρεμό όταν σκόνταψε κι έπεσε. Καθώς έπε­φτε, κατάφερε ν ’ αρπάξει το κλαδί ενός μικρού δέντρου που ξεφύτρωνε από μια χαραμάδα του βράχου. Κρεμασμένος εκεί, κι όπως τον κτυπούσε ο κρύος άνεμος, κατάλαβε πόσο απελπι­στική ήταν η κατάστασή του, αφού από κάτω ήταν τραχείς βράχοι κι ούτε υπήρχε τρόπος να σκαρφαλώσει. Το χέρι που κρατούσε το κλαδί εξασθένιζε.

Σκέφτηκε λοιπόν, “Τώρα μονάχα ο θεός μπο­ρεί να με σώσει. Ποτέ δεν πίστεψα στο Θεό, αλλά μπορεί να έκανα λάθος. Τί έχω να χάσω;”
Έτσι φώναξε, “Θεέ! Αν υπάρχεις σώσε με κι ε­γώ θα πιστέψω σε σένα!” Δεν πήρε απάντηση.
Φώναξε πάλι, “Σε παρακαλώ, Θεέ. Ποτέ δεν πίστεψα σε σένα, αλλά αν με σώσεις τώρα, θα πιστεύω σε σένα από δω και πέρα!"

Ξαφνικά μια βροντερή φωνή αντήχησε μες απ’ τα σύννεφα, “Μπα, δεν πρόκειται να το κάνεις! Ξέρω τί είδος άνθρωπος είσαι!”
Ο άνθρωπος ξαφνιάστηκε τόσο που λίγο έλειψε να του ξεφύγει το κλαδί.
“Σε παρακαλώ, Θεέ! Κάνεις λάθος! Το εννοώ πραγματικά. Θα πιστέψω!”
“Δεν θα το κάνεις! Αυτό λένε όλοι! ”
Ο άνθρωπος παρακάλεσε και προσπάθησε να τον πείσει.
Τελικά ο Θεός είπε, “Εντάξει, θα σε σώσω... Άφησε το κλαδί. ”
“Ν’ αφήσω το κλαδί;!” φώναξε. “Για τρελό με περνάς;”

Ο άθεος είναι πάντα δειλός. 
Ο πραγματικά θαρραλέος άνθρωπος δεν μπορεί παρά να είναι θρησκευόμενος. Και το θρησκευόμενο άτομο έχει απαραίτητα θάρρος. 
Γι’ αυτό, αν συναντή­σεις κάποιον δειλό που να πιστεύει στη θρη­σκεία, τότε να είσαι σίγουρος ότι κάτι δεν πάει καλά. Ένα άτομο δειλό δεν μπορεί να είναι θρησκευόμενο. Η θρησκεία του είναι μονάχα μια άμυνα, μια πανοπλία. 
Το ναι που λέει δεν πηγάζει από αγάπη και κουράγιο, το ναι του πηγάζει από το φόβο. Αν μπορούσε να πει Όχι, θα έλεγε Όχι. Λέει Ναι, επειδή υπάρ­χει ο θάνατος, η αρρώστια, ο κίνδυνος. Σκέφτε­ται λοιπόν, Τί έχω να χάσω; Γιατί να μην πι­στεύω; Γιατί να μην προσεύχομαι;

Η προσευχή του είναι ψεύτικη. 
Η προσευχή του δεν είναι τίποτα άλλο από την έκφραση τού φόβου του. Από φόβο πηγαίνει στον ναό και στην εκκλησία και στους παπάδες. Όταν ένας άνθρωπος έχει αληθινό κουράγιο πηγαίνει σ’ ένα Δάσκαλο, όχι σ’ ένα παπά. Δεν πηγαίνει σε μια νεκρή εκκλησία, σ’ ένα νεκρό ναό. Αρχίζει να εξετάζει και να ψάχνει για κά­ποιο ζωντανό φαινόμενο. Πηγαίνει σ’ ένα Χριστό, ή σ’ ένα Βούδα, ή σ’ ένα Κρίσνα, πάντως δεν πηγαίνει στην εκκλησία. Δεν πηγαίνει στις ορθόδοξες καταστάσεις. 

Δεν ζει στο παρελθόν, κινείται στο παρόν.
Κι ό,τι κάνει προέρχεται από το θάρρος του. Όταν λέει Ναι, το λέει με κουράγιο, από αγά­πη για την ύπαρξη, από τη βαθιά κατανόηση ότι είναι μέρος αυτής της ολότητας, ότι δεν είναι αποκομμένος.
Όταν λες Όχι, λες όχι στις ίδιες σου τις ρί­ζες. Αν το δέντρο πει όχι στο χώμα, ποιά θα εί­ναι η μοίρα του δέντρου; Θα είναι μια αυτοκτο­νία. Αν το δέντρο πει όχι στον ήλιο, ποιά θα είναι η μοίρα του δέντρου; Θα είναι μια αυτο­κτονία. Το δέντρο δεν μπορεί να πει όχι στον ήλιο, ούτε μπορεί να πει όχι στο χώμα. Το δέντρο πρέπει να πει ναι στον ήλιο, στο χώμα, στον ά­νεμο, στα σύννεφα. Το δέντρο πρέπει να κρατάει την καταφατική του στάση συνέχεια, κάθε μέρα που περνάει. Μόνο τότε το δέντρο μπορεί ν’ ανθίσει, μπορεί να μείνει πράσινο και ζωντα­νό και μπορεί να μεγαλώσει.

Ο άνθρωπος έχει τις ρίζες του στην ύπαρξη. Λέγοντας όχι δηλητηριάζεις τον ίδιο σου τον οργανισμό. Σε ποιόν λες όχι; — Στη δικιά σου γη, στο δικό σου ουρανό, στο δικό σου ήλιο. Θ’ αρχίσεις να παραλύεις. Ο άνθρωπος που έχει πραγματικό κουράγιο κοιτάζει γύρω του, αι­σθάνεται, βλέπει πως “Είμαι μέρος αυτής της ολότητας.” Βλέποντάς το, χαλαρώνει στο ναι, και παραμένει χαλαρός. Είναι επίσης έτοιμος να ριψοκινδυνέψει οτιδήποτε, οτιδήποτε χρειά­ζεται για το ναι του.

Ο Σέρεν Κίρκεγκααρντ έγραψε μια παρα­βολή:
Μια φορά υπήρχε ένας βασιλιάς που αγάπησε μια ταπεινή κοπέλα. Ο βασιλιάς ήταν τόσο δυ­νατός και καθιερωμένος που δεν μπορούσε να την παντρευτεί χωρίς ν' αναγκαστεί να εγκατα­λείψει το θρόνο του. Αν την παντρευόταν, ήξε­ρε ότι θα του ήταν για πάντα ευγνώμων. Τού πέρασε όμως από το νου, ότι κάτι θα έλειπε από την ευτυχία της. Θα τον θαύμαζε και θα τον ευγνωμονούσε πάντοτε, αλλά θα ήταν ανί­κανη να τον αγαπήσει, επειδή η ανισότητα μεταξύ τους ήταν πολύ μεγάλη και ποτέ δεν θα μπορούσε να ξεχάσει την ταπεινή της καταγω­γή και το χρέος της ευγνωμοσύνης της.
Αποφάσισε λοιπόν να κάνει κάτι άλλο. Αντί να την κάνει βασίλισσα, εκείνος θα απαρνιόταν το βασιλικό του αξίωμα. Θα γινόταν ένας κοινός πολίτης κι ύστερα θα της πρόσφερε την αγάπη τον. Αλλά αν το έκανε καταλάβαινε πως έπαιρ­νε ρεγάλο ρίσκο. Θα έκανε κάτι που στα μάτια των πολλών θα φαινόταν τρελό, ίσως και στα δικά της μάτια. Θα έχανε το βασιλικό του αξί­ωμα, αλλά μπορεί να έχανε κι εκείνην, ιδιαί­τερα αν απογοητευόταν που δεν θα γινόταν βα­σίλισσα. Παρόλ’ αυτά αποφάσισε να το ριψο­κινδυνέψει. Πίστευε ότι ήταν καλύτερα να ρι­ψοκινδυνέψει τα πάντα για να κάνει την αγάπη δυνατή.

Αναζητώντας, ψάχνοντας για το Θεό, την α­λήθεια, την έκσταση, πολλές φορές έρχεται η στιγμή να ριψοκινδυνέψεις. Όλη σου η νοημο­σύνη θα εναντιωθεί. Ολόκληρο το μυαλό σου θα εναντιωθεί. 
Το μυαλό θα πει, “Τι πας να κάνεις; Μπορεί να σ’ απαρνηθεί η ίδια η γυναίκα για την οποία παρατάς το βασίλειο. Αν το μόνο που την ενδιέφερε ήταν να γίνει βασίλισσα, ποτέ δεν θα σε ξανακοιτάξει. Και σ’ ολόκληρο το βασίλειο θα σε θεωρούν τρελό. Ποιός ξέρει, ακόμα κι εκείνη μπορεί να σε θεωρήσει τρελό.” 
Ο βασι­λιάς όμως αποφάσισε να ριψοκινδυνέψει.

Είναι καλύτερα να ριψοκινδυνέψεις τα πάντα.
Ακόμα κι αν η πιθανότητα να κατακτήσεις την α­γάπη είναι ελάχιστη, κανείς πρέπει να τα παίξει όλα για όλα. Και πρέπει να ριψοκινδυνέψει πολλές φορές, επανειλημμένα, πριν φτάσει την απόλυτη αγάπη, το Θεό.

Συνήθως αναζητάμε και ψάχνουμε το Θεό με περιορισμούς, στο βαθμό που μας επιτρέ­πουν οι συνθήκες χωρίς να ριψοκινδυνεύουμε τίποτα. Κερδίζεις χρήματα, έχεις επιτυχία στη ζωή, μπορείς να παραχωρείς μια ώρα στο ναό ή στο διαλογισμό. Κάπου-κάπου μπορεί και να προσεύχεσαι. Ή, τουλάχιστον το βράδυ, πριν πας για ύπνο, μπορεί να επαναλαμβάνεις την ίδια προσευχή για δύο λεπτά και να πέφτεις για ύπνο μ’ ένα πολύ καλό συναίσθημα τάχα πως ασκείσαι στη θρησκεία.

Η θρησκεία είναι υπαρξιακή, δεν είναι ά­σκηση. 
Είτε υπάρχει είκοσι τέσσερις ώρες πα­ντού στο είναι σου, είτε δεν υπάρχει καθόλου. Μια προσευχή το βράδυ πριν πας για ύπνο είναι ένα είδος απάτης που παίζεις στον ίδιο σου τον εαυτό.
Τέτοιου είδους περιορισμένη θρησκεία δεν εξυπηρετεί. Το άτομο πρέπει να δοθεί ολοκληρωτικά και οι δειλοί δεν μπορούν να το κάνουν. Γι’ αυτό θα σας ξαναθυμίσω: 
Η θρησκεία είναι μόνο για τους γενναίους, για τους θεληματι­κούς, για τις δυνατές ψυχές. Δεν είναι για τους αδύναμους, δεν είναι για εκείνους που πάντα παζαρεύουν. Δεν είναι ούτε για το επιχειρημα­τικό μυαλό. Είναι για τους παίχτες, που μπορούν και τα παίζουν όλα.



Osho
"Μοτζουντ"
"Ο άνθρωπος με την ανεξήγητη ζωή"